πολυαισθησία

πολυαισθησία
η, Ν
ιατρ. διαταραχή τής αισθητικότητας κατά την οποία ένα μόνο ερέθισμα προκαλεί πολλαπλά αισθήματα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”